Μόνο «ένας» μπορεί να σώσει την ΑΕΚ… ο «Όλοι Μαζί»

Είναι ένα παραμύθι για μικρά και μεγάλα παιδιά, για οπαδούς και όχι μόνο. Μην ξεχνάτε ότι τα παραμύθια δεν είναι αλήθεια, αλλά τουλάχιστον δεν είναι ψέματα.

Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε τρεις συνέχειες στο  aek-live


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια ομάδα, που είχε ένα περίεργο όνομα. Την έλεγαν «Ο Καθένας». Ήταν μια ομάδα με μεγάλη και πλούσια Ιστορία, με πολλά αθλητικά τμήματα, και αθλητές σχεδόν σε όλα τα ολυμπιακά αθλήματα, μόνο που σε αυτήν την ομάδα όλα και όλοι ήταν χωριστά. Οι άνθρωποι του ενός τμήματος δεν συναντούσαν ποτέ ο ένας τον άλλον, οι αθλητές της ίδιας ομάδας έξω από το γήπεδο δεν είχαν συναντηθεί ποτέ μεταξύ τους, κι ας ήταν χρόνια στην ίδια ομάδα. Κανείς αθλητής της ομάδας ποδοσφαίρου δεν ήξερε το όνομα ενός αθλητή του βόλεϊ και κανείς αθλητής του βόλεϊ δεν ήξερε το όνομα ενός ποδηλάτη, η ενός ξιφομάχου, η ενός μποξέρ.

Τούτη η ομάδα είχε και μια άλλη παραξενιά. Όλοι ήξεραν πως υπήρχε στην ομάδα τους ένα μαγικό πράγμα, που άμα το είχες θα γινόσουν καλός και σπουδαίος αθλητής, δυνατός και επιτυχημένος στον αθλητισμό, αλλά και ευτυχισμένος άνθρωπος. Όμως κανείς δεν ήξερε ούτε τι ήταν, ούτε που βρισκόταν, ούτε πως το έλεγαν αυτό το πράγμα. Έτσι το ονόμασαν «κάτι» και όλοι νόμιζαν πως το έχει ο διπλανός συναθλητής τους. Χρόνια τώρα όλοι προσπαθούσαν να βρουν τρόπο να πάρουν από τον συναθλητή τους το «κάτι» του. Στην ομάδα «Ο Καθένας», οι μόνοι που ήταν μαζί και ήξερε ο ένας το όνομα του άλλου ήταν οι οπαδοί της, και αυτοί όχι στο σύνολο τους, μια ξεχωριστή «οικογένεια» οπαδών μόνο!

Ανάμεσα τους ήταν κι ένας οπαδός, που δεν τον έκαναν παρέα και πολύ, γιατί ήταν φτωχός, δεν φόραγε κουστούμια αλλά κάτι παλιομοδίτικα πουλόβερ. Προβληματισμένος και πάντα σκεπτικός, είχε κι ένα παράξενο όνομα. Τον έλεγαν «Όλοι Μαζί». Είχε όμως και κάτι άλλο τούτος ο οπαδός. Είχε μούσια και οι υπόλοιποι οπαδοί τον φοβόντουσαν λιγάκι, γιατί δεν τους έμοιαζε και δε φαινόταν να είναι του συρμού. Κάθε φορά που ο «Όλοι Μαζί» πήγαινε να μιλήσει, οι άλλοι οπαδοί προσπαθούσαν να τον απαξιώσουν και να τον απομονώσουν. Οι άλλοι οπαδοί δεν το φώναζαν με το όνομα του, αλλά τον έλεγαν «Ο Μούσιας», και τότε ο οπαδός της Ιστορίας μας δάκρυζε.

Οι αθλητές όλων των τμημάτων της ομάδας «Ο Καθένας» ζούσαν απομονωμένοι ο ένας από τον άλλον. Και όχι μόνο οι αθλητές, το ίδιο και οι παράγοντες, οι έφοροι και οι προπονητές του κάθε τμήματος, ακόμη και οι οπαδοί, όλοι κοίταζαν τα δικά τους και η μόνη τους έγνοια ήταν να αποκτήσουν αυτό το «κάτι», που νόμιζαν πως τους έλειπε και πως το είχε ο διπλανός τους. Όλα πήγαιναν έτσι, ώσπου μια μέρα έρχεται ο ιδιοκτήτης που είχε στον έλεγχο του την εταιρεία που εκμεταλλευόταν το αγαπημένο τμήμα της ομάδας «Ο Καθένας», το ποδοσφαιρικό τμήμα. Ο ιδιοκτήτης της ποδοσφαιρικής ομάδας κύριος «Σωτήρας» με τους τεχνοκράτες του, τους δικηγόρους και τους οικονομολόγους του, μπήκε σε όλα τα τμήματα του συλλόγου και άρχισε τις έρευνες. Μετά από ώρα φεύγουν και ο κύριος «Σωτήρας» φωνάζει καμαρωτός: «Σας πήρα το “κάτι” σας»! ολόκληρη η ομάδα έπεσε σε μεγάλη στεναχώρια.

Και τώρα; Σκέφτηκαν να βρεθούν και να κουβεντιάσουν για το μεγάλο κακό που τους βρήκε, όμως μπροστά τους υψώθηκε ένα αόρατο τείχος, κανείς δεν είχε το τηλέφωνο του άλλου για να επικοινωνήσει μαζί του, κανείς δεν ήξερε το όνομα του άλλου για να τον φωνάξει. Ξαφνικά όλοι ήταν μόνοι τους και για πρώτη φορά που ήθελαν να είναι μαζί, δεν το μπορούσαν και η αγαπημένη τους ομάδα αργοπέθαινε. Μόνο κάποιοι οπαδοί μαζευόντουσαν, ήταν όμως κι αυτοί μουδιασμένοι και αμίλητοι, χωρίς καινούργιες ιδέες. Παραπέρα, όπως πάντα μοναχός κι αμίλητος, ο «Όλοι Μαζί» κάτι έγραφε. Σε μια στιγμή, έτσι ξαφνικά, βάζει μια φωνή στους άλλους οπαδούς: «Το βρήκα τι θα κάνουμε»! Κάνουν έναν κύκλο γύρω του κι εκείνος αρχίζει να τους μιλά αργά και σιγανά. «Μπράβο! Αυτό είναι, “Όλοι Μαζί”»! είπαν οι άλλοι οπαδοί με μια δυνατή φωνή. Τόσο δυνατή, που ακούστηκε μέχρι τα γραφεία της εταιρείας του κύριου «Σωτήρα» και τον τρόμαξε.

«Τι είναι αυτό το “Όλοι Μαζί” και οι φωνές;» ρώτησε φοβισμένος ο κύριος «Σωτήρας».

«Δεν είναι τίποτα αφεντικό, κάτι χουλιγκάνοι που κάνουν χαβαλέ. Τι κακό να σου κάνουν μια χούφτα ανεγκέφαλοι;» απάντησαν οι αυλικοί του προέδρου.

Οι οπαδοί όμως είχαν παρατήσει τον χαβαλέ και με αρχηγό τον «Όλοι Μαζί» είχαν αποφασίσει να σώσουν την ομάδα τους από τον κύριο «Σωτήρα» να την ζωντανέψουν και να την κάνουν καλύτερη από πρώτα. Έπεσαν με τα μούτρα στη δουλειά. Ο πονηρός κύριος «Σωτήρας» έστειλε δυο από τους τεχνοκράτες του να δούνε τι γίνεται στην ομάδα και τι λένε οι οπαδοί και οι αθλητές που έχασαν το «κάτι» τους. Γύρισαν πίσω και του λένε:

«Αγαπημένο μας αφεντικούλι, οι οπαδοί και οι αθλητές κλαίνε και χτυπιούνται. Ούτε μιλάνε, ούτε λαλάνε, ούτε μπορεί να βρεθεί ο ένας με τον άλλον».

«Ωραία» λέει αυτός, «έτσι απελπισμένοι που είναι και χώρια ο ένας από τον άλλον, θα κρατήσω όποιο τμήμα μου φέρνει φράγκα και τα άλλα ας πάνε στα τσακίδια, όσο για δαύτους, θα τους έχω υποτακτικούς μου για πάντα»

«Μόνο κάποιοι περίεργοι οπαδοί αφεντικό…»

«Τι κάνουν αυτοί οι περίεργοι οπαδοί;» ρωτά ανήσυχος.

«Αυτοί οι περίεργοι έχουν αφήσει τους διαδρόμους και βρίσκονται όλο στους δρόμους, από σπίτι σε σπίτι είναι και όλο κάτι κουβεντιάζουν»

«παιδιαρίσματα είναι. Θα βαρεθούν, θα κουραστούν και θα ησυχάσουν».

Έλα μου όμως που οι οπαδοί δεν έπαιζαν, αλλά είχαν βάλει μπρος για το σχέδιο του «όλοι Μαζί»

Πήραν τηλέφωνα, έκαναν τις επαφές τους και κατάφεραν να φέρουν σε επικοινωνία τους πρώτους ανθρώπους που ενώ ήταν μέλη της ίδιας ομάδας, μέχρι πριν λίγο καιρό δεν ήξεραν ο ένας το όνομα του άλλου. Για πρώτη φορά είδαν πόσο κοντά ήταν οι ανάγκες τους, πόσο κοινά ήταν αυτά που τους απασχολούσαν τόσα χρόνια, χωρίς να το ξέρουν χωρίς να λένε ούτε καλημέρα. Ξαφνικά οι οπαδοί ένοιωσαν πιο δυνατοί για να συνεχίσουν το σχέδιο τους και άρχισαν να συμπαθούν τον «Όλοι Μαζί»…




Τώρα ένοιωθαν πως δεν τους σταματούσε τίποτα. Ούτε και ο «παντοδύναμος» κύριος «Σωτήρας» με το επιτελείο του. Σιγοτραγουδώντας τον ύμνο της ομάδας τους άρχισαν την δουλειά τους. Προσπάθησαν να πείσουν όλους όσους αγαπούσαν την ομάδα, ότι η ενασχόληση τους με τον σύλλογο, από όποιο πόστο πιστεύει ο καθένας ότι μπορεί να φανεί χρήσιμος είναι το ζητούμενο για την εξέλιξη και υγιή ανάπτυξη της ομάδας τους, χωρίς διακρίσεις και κατηγοριοποιήσεις σε ανώτερους και κατώτερους. Περνούσαν οι ώρες και οι μέρες και κάποιοι από τους οπαδούς, άρχισαν να κουράζονται, να νυστάζουν και να πεινάνε. «Ακούστε» τους λέει ο «Όλοι Μαζί» «Θα χωριστούμε σε ομάδες. Κάποιοι θα φέρουν από τα σπίτια τους φαγητό, κάποιοι άλλοι θα ξεκουράζονται, οι υπόλοιποι θα δουλεύουν το σχέδιο μας και μετά θα αλλάζουμε». Συμφώνησαν να γίνει έτσι και συνέχισαν.

Βοηθούσε ο ένας τον άλλον στην προσπάθεια τους να βρουν τρόπους να φέρουν κοντά στην ομάδα τους το κομμάτι εκείνο της κοινωνίας που θα της εξασφαλίσει ένα υγιέστερο μέλλον: τα παιδιά. Κουβέντιαζαν μεταξύ τους και αποφάσισαν να φτιάξουν ακαδημίες για όλα τα αθλήματα της ομάδας τους. Όλοι καθημερινά έδιναν ένα μάθημα ζωής, αυτοθυσίας, πειθαρχίας, ενότητας και αλληλεγγύης. Χαμογελούσε ο ένας στον άλλον γιατί κατάλαβαν ότι το χαμόγελο τους έδινε την δύναμη που χρειαζόντουσαν όσο ποτέ άλλοτε και όταν κατάκοποι έλεγαν «καληνύχτα», δεν έβλεπαν την ώρα να ξαναβρεθούν μαζί για να δουλέψουν για το σχέδιο τους.

Όταν έβλεπαν τα παιδία στην αρχή ένα – ένα μετά περισσότερα να μπαίνουν στις ακαδημίες και να γίνονται ενεργό κομμάτι της ομάδας τους, κατάλαβαν ότι αυτό που έκαναν ήταν το πιο όμορφο πράγμα που είχαν κάνει στη ζωή τους. Και όταν οι μικροί αθλητές τους ρωτούσαν αν μια μέρα θα παίξουν στην μεγάλη ομάδα, τους απαντούσαν: «Φυσικά και θα παίξετε» γιατί ακόμα και αν κάποιοι δεν τα καταφέρουν, ποιος είναι αυτός που μπορεί να στερήσει από τα παιδιά το παραμύθι; Ποιος μπορεί να πει σε ένα 8χρονο κοριτσάκι να μην περιμένει το πριγκιπόπουλο; Ποιος μπορεί να πει σε ένα 8χρονο αγοράκι ότι αποκλείεται να γίνει μια μέρα σαν τον Μέσι; Κανείς. Όλα τα παιδιά έχουν δικαίωμα στο όνειρο. Έτσι λοιπόν βρήκαν προπονητές, γυμναστές, παιδαγωγούς και γονείς, που με τα χρόνια θα μάθουνε στους μικρούς αθλητές της ομάδας, να κυνηγάνε τα όνειρά τους και κυρίως να παλεύουνε αυτούς που τους τα σκοτώνουν.

«Τελειώσαμε», είπαν οι οπαδοί, «πάμε τώρα να ξεκουραστούμε».

«Έχουμε κάτι ακόμα να κάνουμε, που αν δεν το κάνουμε πάει στράφι όλη η προσπάθεια που κάναμε μέχρι τώρα» τους λέει ο «Όλοι Μαζί». «Πρέπει να κατοχυρώσουμε σε όλα αυτά τα παιδιά που ήρθαν στην ομάδα μας το δικαίωμα να αγωνίζονται για την ομάδα τους ΔΩΡΕΑΝ. Δεν γίνεται να θέλουμε να φτιάξουμε έναν μεγάλο και υγιές σύλλογο όταν δεν θα έχουν δικαίωμα να βρίσκονται σε αυτόν τα παιδιά που οικογένειες τους δεν έχουν την οικονομική δύναμη να πληρώσουν τα χρήματα που χρειάζονται».

«Και πως θα γίνει αυτό;» απόρησαν οι άλλοι οπαδοί «Αφού για ότι σχεδιάσαμε χρειάζονται και χρήματα»

«Ακριβώς έτσι είναι» τους λέει ο «Όλοι Μαζί» «γι’ αυτό πρέπει να διεκδικήσουμε δωρεάν χορήγηση από το κράτος όλων αυτών που αποτελούν προϋποθέσεις για να γίνει πράξη το σχέδιο μας και αντίστοιχο νομικό πλαίσιο που να κατοχυρώνει το δικαίωμα όλων για δωρεάν και ελεύθερη χρήση όλων των αθλητικών εγκαταστάσεων, που πρέπει να αποτελούν δημόσια περιουσία και όχι να είναι “τσιφλίκι” του κάθε “Σωτήρα”»

Παίρνουν πάλι τους δρόμους, πιάνουν πάλι τα τηλέφωνα, ενώνουν όσο πιο πολλούς από τους φίλους μπορούν, και όλους τους αθλητές της ομάδας, μεγάλους και μικρούς, συναντιούνται και με άλλους οπαδούς από άλλες ομάδες, φτιάχνουν σιγά – σιγά ένα ολόκληρο αθλητικό κίνημα, που διεκδίκησε και κατάφερε να επιβάλει το δίκαιο και το σωστό.
«Τελειώσαμε “Όλοι Μαζί”», είπαν τα παιδιά και ετοιμάστηκαν να ξεκουραστούν. Εκείνος ‘όμως σοβαρός – σοβαρός τους λέει: «Τώρα έχουμε να κάνουμε το πιο σπουδαίο!» Και μαζεύονται τριγύρω του για ν’ ακούσουν το καινούργιο σχέδιο. Όταν τέλειωσαν την κουβέντα τους, όλοι ήταν πολύ σοβαροί.

«Μα τούτο είναι πολύ δύσκολο» λέει ένας από τους οπαδούς.

«Έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα τα “ακατόρθωτα”, μα τούτη τη φορά αμφιβάλω» λέει ένας άλλος.

«Θα προσπαθήσουμε. Και άμα το θέλουμε πολύ, θα τα καταφέρουμε» τους λέει ο «Όλοι Μαζί».

Τελικά αποφάσισαν να βάλουν τα δυνατά τους και να προσπαθήσουν. Ανέθεσαν στους πιτσιρικάδες και τις πιτσιρίκες της παρέας να ξεχυθούν όπου υπάρχει ακόμη χωράφι σε αυτή την πόλη, και στις αρκετές αυλές που επιβιώνουν πεισματικά στην γειτονιά που είχε έδρα η ομάδα «Ο Καθένας» και να μαζέψουν από μια αγκαλιά λουλούδια, έφτιαξαν από ένα όμορφο μπουκέτο και χώθηκε το κάθε πιτσιρίκι στο σπίτι του. Το σχέδιο που είχαν συμφωνήσει οι οπαδοί της ομάδας «Ο Καθένας» ήταν απλό. Πήγε το καθένα στους γονείς του, τους έδωσε τα λουλούδια και τους είπε: «Τούτα τα λουλούδια σας τα προσφέρουν κάποιοι γείτονες που σας ενώνει μαζί τους η αγάπη για την ομάδα μας. Σας καλούν το βράδυ στην μεγάλη αλάνα που κάποια στιγμή θα φτιάξουμε το γήπεδο μας, να συζητήσετε για ένα πολύ σοβαρό θέμα της ομάδας»

Το σχέδιο είχε απόλυτη επιτυχία. Οι οπαδοί ήξεραν από το παρελθόν ότι αν καλούσαν τους φιλάθλους, έτσι «ξερά» για μια συζήτηση σχετικά με την ομάδα τους, θα μαζεύονταν ξανά «τρεις και ο κούκος». Έτσι όμως όλοι τους ξαφνιάστηκαν. Τι ήταν τούτο το κάλεσμα… Είχαν χρόνια πολλά να μαζευτούν τόσοι πολλοί φίλοι της ομάδας «Ο Καθένας». Συναντήθηκαν ξανά άνθρωποι που γνωρίζονταν από παλιά αλλά σήμερα ούτε που θυμόταν ο ένας το όνομα του άλλου. Στην αρχή κανένας δεν είχε όρεξη να συναντηθεί με κανέναν. Λίγο όμως η επιμονή των οπαδών, λίγο η περιέργεια για το ποιο είναι αυτό το τόσο σοβαρό θέμα, αποφάσισαν να σηκωθούν από τον καναπέ, να βγουν από τα σπίτια τους και να κατηφορίσουν προς την μεγάλη αλάνα. Ένα δυνατό συναίσθημα ένιωθαν όλοι όταν βρίσκονταν σε αυτόν τον χώρο, που χρόνια τώρα όλοι έκαναν κρυφά και φανερά όνειρα για να φτιάξουν εκεί το γήπεδο της ποδοσφαιρικής τους ομάδας.

Σιγά – σιγά μαζεύτηκε λαός πολύς στην μεγάλη αλάνα και όλοι περίμεναν ανυπόμονοι να μάθουν γιατί συγκεντρώθηκαν. Κανείς δεν ήξερε το λόγο κι ο ένας περίμενε τον άλλον να μιλήσει. Κάποια στιγμή, ο «Όλοι Μαζί» ανεβαίνει σε μια καρέκλα και τους λέει: «Εμείς οι οργανωμένοι οπαδοί της ομάδας μας σας φωνάξαμε, γιατί θέλουμε να σας μιλήσουμε. Βλέπουμε τόσον καιρό τώρα να είστε πολύ στεναχωρημένοι και αμίλητοι. Από τότε που ο κύριος “Σωτήρας” ήρθε και σας είπε πως πήρε το «κάτι» μας, ούτε μιλάτε, ούτε λαλάτε και η ομάδα μας σιγά – σιγά μαραζώνει και πεθαίνει. Σας φωνάξαμε σήμερα εδώ για να σας πούμε πως ο κύριος “Σωτήρας” σας κορόιδεψε και σας είπε ψέματα. Το “κάτι” το έχουμε κρυμμένο εμείς οι οπαδοί σ’ ένα μέρος που κανείς δεν το ξέρει»…




Όλοι έμειναν με το στόμα ανοιχτό και άρχισαν να ρωτούν, «Που είναι;» «Πως το πήρατε;» «Να το δούμε… πως είναι;» «Τίνος είναι τελικά;» «Ησυχάστε» τους είπε ο «Όλοι Μαζί», «το έχουμε καλά φυλαγμένο. Το φυλάει μια καλή νεράιδα. Αν το δείξουμε τώρα, ο κύριος “Σωτήρας” παραμονεύει να μας το πάρει. Πρέπει να μείνει ένα χρόνο κρυμμένο και μετά δεν θα μπορεί να μας το πάρει κανείς».

Τότε όλοι όσοι αποτελούσαν την οικογένεια της ομάδας «Ο Καθένας» σώπασαν. Σιγά – σιγά άρχισαν να φτιάχνουν παρέες, να συζητάνε μεταξύ τους, να τρώνε και να πίνουν παρέα και σε λίγο άρχισαν τα τραγούδια και οι χοροί. Η ομάδα «Ο Καθένας» είχε γίνει μια πηγή γέλιου και θετικής ενέργειας, μια παραγωγή χαρούμενων φωνών και τραγουδιών, ένα ποτάμι λαϊκής ενεργητικότητας που όλο και δυνάμωνε, μέχρι που έφτασε ως τα γραφεία της εταιρείας του κύριου «Σωτήρα». Πετάχτηκε τότε αυτός από την καρέκλα του, φώναξε τους τεχνοκράτες του, τους οικονομολόγους του, τους επικοινωνιολόγους του, τους συμβούλους του και τους ρώτησε τι γίνεται στην ομάδα.

«Πρόεδρε μας», του λένε, «αυτοί οι οπαδοί τρελάθηκαν. Μαζεύτηκαν όλοι μαζί και για πρώτη φορά γλεντάνε, έτσι χωρίς λόγο. Λένε και ανοησίες από το πιοτό, ότι τάχα έχουν το “κάτι” που τους πήρες και το φυλάνε καλά κρυμμένο».

Αλαφιασμένος ο κύριος «Σωτήρας», πάει στο κρυφό ντουλάπι που φύλαγε το «κάτι» και τι να δει; Άφαντο το «κάτι». Είχε εξαφανιστεί! Έπεσε σε μεγάλη μελαγχολία, αρρώστησε βαριά και οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν  την αρρώστια του.

Στην ομάδα «Ο Καθένας» οι αθλητές και οι οπαδοί, οι προπονητές και οι έφοροι, όλοι μαζί συνέχισαν μέχρι το πρωί τους χορούς και τα τραγούδια και γύρισαν στα σπίτια τους αργά το βράδυ. Πρωί – πρωί την άλλη μέρα, οι οπαδοί της ομάδας «Ο Καθένας» ξεκίνησαν για τις δουλειές τους χαρούμενοι και κεφάτοι, γεμάτοι ανυπομονησία να εξιστορήσουν στους συναδέλφους τους, οπαδούς άλλων ομάδων την αιτία της χαράς τους, τα μικρά παιδιά, αθλητές πλέον στο σύνολο τους, ξεκίνησαν για το σχολείο γεμάτα προσμονή να εξηγήσουν στους συμμαθητές τους την σπουδαιότητα να αγωνίζεσαι για την φανέλα της αγαπημένης σου ομάδας, οι μανάδες έπλεναν και σιδέρωναν τις στολές των βλασταριών τους, αγοριών και κοριτσιών για να είναι έτοιμες για την απογευματινή προπόνηση, οι γιαγιάδες έπλεκαν όμορφους σκούφους με τα χρώματα της ομάδας και οι παππούδες πήγαιναν καμαρωτοί στα καφενεία από τα επιτεύγματα των εγγονιών τους.

Η ομάδα «Ο Καθένας» ήταν γεμάτη χαρά και περηφάνια, συντροφικότητα, αλληλεγγύη και αγάπη για την φανέλα. Όλα, μα όλα είχαν γίνει πιο όμορφα. Σαν ήρθε η νύχτα, μικροί και μεγάλοι, αθλητές και οπαδοί κατηφόρισαν πάλι στην μεγάλη αλάνα που μια μέρα θα κτίσουν το υπέροχο γήπεδο τους. Τα παιδιά παίζουν και οι μεγάλοι συζητάνε τα δικά τους. Κάθε μέρα ήταν πια για την ομάδα τους μια όμορφη γιορτή. Σιγά – σιγά όσοι αποτελούσαν το σύνολο ενός αθλητικού τμήματος της ομάδας «Ο Καθένας» άρχισε να νοιάζεται για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ένα άλλο τμήμα του συλλόγου. Οι αθλητές του στίβου βοηθούσαν στην εκγύμναση τους αθλητές του βόλεϊ, τα παιδιά του πινγκ πονγκ συνεννοήθηκαν με αυτά του τμήματος Σκάκι και έφτιαξαν μια σούπερ δυναμική εξέδρα για να βοηθήσουν την ομάδα πυγμαχίας. Η ομάδα Χάντμπολ πήρε το πρωτάθλημα και ζήτησε το πριμ της να είναι η αγορά ποδηλάτων σε όλα τα παιδιά της ακαδημίας ποδηλασίας. Το κάθε τμήμα ήξερε ότι στην ανάγκη του δεν θα ήταν μόνο. Η επιτυχία του ενός τμήματος ήταν επιτυχία όλων, όλοι χαίρονταν με τη χαρά του άλλου. Το ίδιο και οι οπαδοί, σταμάτησαν να μαλώνουν για ανοησίες, σταμάτησαν να μετράνε ποιος αγαπάει πιο πολύ την ομάδα του. Τώρα πια όλοι συμπαθούσαν τον «Όλοι Μαζί». Σταμάτησαν να τον φωνάζουν  «Ο Μούσιας». Η ομάδα τους τώρα ήταν πραγματική ομάδα. Όλοι όμως περίμεναν να περάσει ένας χρόνος, για να μάθουν που βρίσκεται το «κάτι».

Πέρασε ο καιρός και ένα βράδυ, που ήταν όλη η ομάδα μαζεμένη στην αλάνα που κάποτε θα έκτιζαν το μεγάλο τους γήπεδο, ο «Όλοι Μαζί» τους λέει: «Αδέλφια, Σύντροφοι και Φίλοι, πέρασε ένας χρόνος και πρέπει εμείς οι οπαδοί να σας αποκαλύψουμε που είναι κρυμμένο το “κάτι”. Όμως η καλή νεράιδα, που το κρατά φυλαγμένο, μας είπε πως για να μας το φανερώσει πρέπει ο καθένας να δώσει στο διπλανό του μια δυνατή, ζεστή και ειλικρινή χειραψία, με την υπόσχεση πως πάντα θα του συμπαραστέκεται».

Απορημένοι αθλητές, φίλοι και οπαδοί της ομάδας «Ο Καθένας» άρχισαν να δίνουν ο ένας το χέρι στον άλλον και να υπόσχονται αυτό που τους ζητήθηκε. Όταν τέλειωσαν, όλοι κρέμονταν από τα χείλη του «Όλοι Μαζί» «Πες μας και θα σκάσουμε!»

«Λοιπόν, αυτό το “κάτι”, που είναι όλα τα πλούτη και όλη η δύναμη του κόσμου, η καλή νεράιδα με το μαγικό της ραβδί το έβαλε μέσα στο χέρι του καθενός μας. Έτσι λοιπόν με τη χειραψία που έδωσε ο ένας στον άλλον, όλοι μας τώρα έχουμε το “κάτι”, όλη τη δύναμη και τα πλούτη του κόσμου και κανείς δεν μπορεί να μας τα πάρει. Μπορείτε όμως εσείς με μια ειλικρινή και εγκάρδια χειραψία να το δώσετε σε όποιον αγαπάτε».
Σάστισαν για μια στιγμή όλοι, αθλητές και οπαδοί τα έχασαν. Όταν όμως κατάλαβαν τι είχε κάνει η καλή νεράιδα, άρχισαν τα γέλια και τα τραγούδια και τους χορούς και σταματημό δεν είχαν. Οι φωνές τους ακόμα μια φορά έφτασαν μέχρι τ΄ αυτιά του κύριου «Σωτήρα». Όταν του είπαν οι υποτακτικοί του πως όλη η ομάδα γλεντά, γιατί βρήκαν το «κάτι», μια δυο παίρνει το θωρακισμένο 4Χ4 και πάει να τους βρει μαζί με το επιτελείο του.

«Ακούστε με καλά», τους λέει, «Το “κάτι” ανήκει σε μένα, που είμαι ο ιδιοκτήτης αυτής της ομάδας. Θα μου το δώσετε, γιατί αλλιώς θα σας κάνω μεγάλο κακό».

«Δεν μπορείς να πάρεις το “κάτι” πρόεδρε, του λέει ο “Όλη Μαζί”, γιατί δεν θα σου δώσουμε ποτέ το χέρι μας»

Όταν έμαθε ο κύριος «Σωτήρας» που ήταν φυλαγμένο το «κάτι», έφυγε ντροπιασμένος και από τη στενοχώρια του δεν ξαναεμφανίστηκε. Σαν έφυγε, σηκώνεται ο «Όλοι μαζί» και τους λέει:

«Αδέλφια, Σύντροφοι και Φίλοι, τώρα που όλα τέλειωσαν καλά, εγώ πρέπει να φύγω. Μια ομάδα σαν αυτήν που φτιάξαμε ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ δεν είναι αρκετή, χρειαζόμαστε ακόμα μια, δυο, πολλές τέτοιες ομάδες. Θέλω να ξέρετε πως στην προσπάθεια μου να δημιουργηθούν κι άλλες ομάδες που δεν θα έχουν ανάγκη κανέναν “σωτήρα”, δεν θα σας ξεχάσω ποτέ και θα φυλάω πάντα την αγάπη που μου δώσατε και την χειραψία που πάντα θα κρύβει ένα κομμάτι από το “κάτι” σας»

Τους αποχαιρέτησε και έφυγε. Την άλλη μέρα σαν κάτι να έλειπε από την ομάδα. Μαζεύτηκαν το βράδυ στην αλάνα που πολύ σύντομα θα φτιάξουν το καινούργιο τους γήπεδο, όμως κανείς δεν είχε όρεξη ούτε για χορούς, ούτε για τραγούδια. Τους έλειπε ο «Όλοι Μαζί». Εκεί που κάθονταν αμίλητοι και σκεπτικοί, λέει ο πιο γέρος της παρέας:

«Βρήκα ένα τρόπο να έχουμε κοντά μας τον “Όλοι Μαζί” για πάντα»

«Και πως θα γίνει αυτό παππού;»

«Θα ονομάσουμε την ομάδα μας ”Όλοι Μαζί” κι έτσι ο καλός μας φίλος θα είναι μαζί μας για πάντα»
Έτσι κι έγινε. Την άλλη μέρα τα παιδιά ζωγράφισαν μια όμορφη μαύρη νεράιδα που την έλεγαν «ταξική συνείδηση» και στα χέρια της κρατούσε μια κίτρινη ταμπέλα που έγραφε: «Η ομάδα μας λέγεται ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ». Έτσι η ομάδα της ιστορίας μας από «Ο Καθένας» τώρα λέγεται «Όλοι Μαζί» και κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο όμορφη, όλο και πιο μεγάλη, μέχρι την τελική νίκη, μέχρι να γίνει η μεγαλύτερη ομάδα του κόσμου!

ΤΕΛΟΣ

Σχόλια