Το στήθος γιατρεύεται, η καρδιά σπαράζει.

Η «Κόρη» ήρθε και με βρήκε ξανά στα όνειρα μου. Μου έδωσε να καταλάβω ότι μια γρατζουνιά θεραπεύεται γρήγορα. Υπήρχε κάτι πολύ πιο βαθιά πληγωμένο από αυτούς που είχαν πιστέψει σε μια «Νέα Εποχή» και τελικά βρέθηκαν μπροστά στην «Νέα Τάξη». Ήταν η «Κόρη» που είχαν τουφεκίσει «προοδευτικοί Καρράδες», «Τίγρης του Αιγαίου», «τραχανάδες αεροπορίας», «Ολλανδοί ενοικιαστές» «παπαδοαναθρεμμένοι Αγαπούλες» και που ο «κοντός πρίγκιπας» την μάζεψε από την αιμάτινη λίμνη που την είχαν εγκαταλείψει, προβάλλοντας το σχέδιο καθαρισμού της λίμνης από το αίμα.

Η «Κόρη» είχε τραυματιστεί πιο βαριά απ’ όσο πίστευε ο «κοντός πρίγκιπας». Στην πληγή που είχε πάνω απ’ το στήθος, αντιστοιχούσε μια άλλη στην πλάτη. Ενώ η μια σφαίρα της είχε σπάσει το κόκαλο του στέρνου, μια άλλη της είχε διαπεράσει τον ώμο. Ο «κοντός πρίγκιπας» ήταν ένας «φιλόσοφος». Χωριάτικη λέξη που σημαίνει λίγο γιατρός, λίγο χειρούργος και λίγο μάγος… η μάλλον πολύ μάγος, αφού κατάφερε λέει να ξεχρεώσει τα χρωστούμενα της «Κόρης» παίρνοντας δάνειο, αόρατο δάνειο που δεν θα το χρωστάει κανένας, το είχαν γράψει και όλες οι εφημερίδες. Φώναξε λοιπών ο «κοντός πρίγκιπας» κάποιους καλούς του φίλους που γοητεύτηκαν από την ιστορία της «Κόρης» και όλοι μαζί την περιποιήθηκαν στο λαγούμι τους, στο γιατάκι τους από φύκια, με κείνα τα μυστηριώδη πράγματα που λέγονται βότανα, να δεις πως μου τα είπε η «Κόρη»;… Α ναι, Μετοχοβότανα… και χάρη στον «κοντό πρίγκιπα» και τους φίλους του η «Κόρη» «σώθηκε».

Το κόκαλο έθρεψε, οι πληγές στο στήθος και στον ώμο έκλεισαν και σε λίγες εβδομάδες η πληγωμένη «Κόρη» βρισκόταν σ’ ανάρρωση.

Ένα πρωί, μπόρεσε να βγει από τη σπηλιά. Πήγε και κάθισε να λιαστεί σ’ ένα χωράφι γεμάτο μπάζα. Κάποτε εκεί δέσποζε περήφανο το σπίτι της. Οι πληγές του στήθους απαιτούσαν σιωπή. Και στο διάστημα της αγωνίας, στις ημέρες της θεραπείας της η «Κόρη» δεν είχε πει σχεδόν τίποτα. Όταν ήθελε να μιλήσει ο «κοντός πρίγκιπας» επέβαλε σιωπή. Έβλεπε όμως πως ένα καθημερινό όνειρο την απασχολούσε και καταλάβαινε στα μάτια της, σπαραχτικούς στοχασμούς. Εκείνο το πρωί είχε αρκετά δυναμώσει και μπορούσε σχεδόν να περπατήσει μόνη της. Όταν θεραπεύεις κάποιον, γίνεσαι σχεδόν πατέρας του. Κι ο «κοντός πρίγκιπας» την κοίταζε ευτυχισμένος και της μίλησε:

-Ε! λοιπόν, να που σηκωθήκαμε. Δεν έχουμε πια πληγή.

-Μονάχα στην καρδιά, είπε κείνη.

Και συνέχισε:

-Ώστε δεν ξέρετε τι έχουν;

-Τι έχουν; Ποιοι; Ρώτησε ο «κοντός πρίγκιπας».

-Τα παιδιά μου.

Αυτό το «ώστε» φανέρωνε έναν κόσμο από σκέψεις. Και σήμαινε: «αφού το βλέπω πως τα παιδιά μου δεν είναι καλά, κάτι έχουν, κάτι τα βασανίζει. Αφού δεν μου μιλάς γι’ αυτά, αφού τόσο καιρό που είμαστε μαζί δεν είπες τίποτα, αφού κάθε φορά που θέλω να μιλήσω με υποχρεώνεις να σωπάσω, αφού φαίνεσαι να φοβάσαι τα λόγια μου, αυτό σημαίνει πως για κάποιον λόγω δεν θες να μου πεις τίποτα γι’ αυτά». Συχνά μέσα στον πυρετό και τα παραμιλητά της, είχε φωνάξει τα παιδιά της, και είχε δει (γιατί και μες στο παραλήρημα του προσέχει κανείς) πως ο «κοντός πρίγκιπας» δεν της απαντούσε. Και πραγματικά ο «κοντός πρίγκιπας» δεν ήξερε τι να της πει. Δεν είναι εύκολο να μιλήσεις σε μια μητέρα για τα πληγωμένα παιδιά της, όταν είσαι εσύ αυτός που τα έχει πληγώσει.

Τότε ένας από τους αυλικούς του «κοντού πρίγκιπα» τη ρώτησε: «Ποια είναι τα παιδιά σου πανέμορφη «Κόρη»; «Τα παιδιά μου ήταν, είναι και θα είναι για πάντα τα παιδιά που γεμίζουν με το τραγούδι, με την ζωντάνια και την ενέργεια τους τα «πεταλάκια» όλης της γης, σκεπασμένα η ξεσκέπαστα, εκεί χτυπάει η καρδιά μου. «Αχ καλή μου «Κόρη» τώρα κατάλαβα» συνέχισε ο αυλικός, «είσαι στεναχωρημένη γιατί οι πρίγκιπες με τις ωραίες στολές που ήρθαν για σε σώσουν, μαλώσανε τα ζωηρά και άτακτα παιδιά σου. Ξέρεις «Κόρη»; Αυτοί οι πρίγκιπες έχουν τεράστια και δυνατά άλογα και πολλά πουγκιά γεμάτα χρυσάφι. Και άμα σου τύχη κάτι κακό σε περιμένουν οι ζεστές αγκαλιές τους, μονή ξανά δεν θα σ’ αφήσουν, μη φοβάσαι τρομαγμένη μου «Κόρη», οι πρίγκιπες που το κακό αψηφούν θα δώσουν μάχες για σένα και πάντα θα νικάνε τους δράκους που θέλουν το κακό σου σαν τα θεριά θα πολεμήσουνε και όλους τους εχθρούς σου θα τους ξεκάνουν. Μόνο να…«Κόρη» ξέρεις; Όταν γυρίζουν στα παλάτια τους, θέλουν οι στρατιώτες ευλαβικά να τους προσκυνούν, οι ποιητές να τους γράφουν ύμνους και όλοι μαζί να τους πλέκουμε της δόξας στεφάνι. Πρίγκιπες είναι «Κόρη» μου θέλουνε σεβασμό και τα παιδιά σου δεν τους σεβαστήκανε.

«Ποιος τα λέει ολ’ αυτά» ούρλιαζε η «Κόρη» με όλη την δύναμη της ψυχής της. «Οι πρίγκιπες ναρκωμένοι μες την χλιδή τους παντού, πάντα και για πάντα παραμένουν σιωπηλοί, τις μάχες από κοντά δεν θα τις δούνε ποτέ, γιατί σκορπούν σαν φοβισμένοι αρουραίοι μόλις φτάσουν οι δράκοι. Οι στρατιώτες είναι αυτοί που γυρνούν απάνω στις ασπίδες τους και δεν μιλούν με το στόμα τους αλλά με τα σπαθιά τους τα ματωμένα και όσοι από αυτούς βγουν ζωντανοί από την μάχη, συνεχίζουν να παλεύουν μονάχοι».

Σχόλια